Έχασε τον τελικό αλλά κέρδισε την αιωνιότητα
Τί είναι ένας πρωταθλητής χωρίς αρχές, αξίες και ήθος; Τι να την κάνεις τη δόξα αν δεν μπορείς να είναι πρότυπο για τους νέους; Και στο κάτω κάτω τι προσφέρει ένας αθλητής εκτός από τα πανηγύρια για μια επιτυχία του; Ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης είχε βρει τις απαντήσεις για όλα αυτά και ήξερε καλά να διαχειριστεί όλα τα δεδομένα ώστε να γίνει κάτι παραπάνω από σπουδαίος αθλητής.
Του Καλλιτσάρη Ιωάννη
Ο δύο φορές ασημένιος ολυμπιονίκης δεν έφυγε από κοντά μας, πέρασε στην αιωνιότητα. Και αυτό το κατάφερε γιατί είχε βρει από νωρίς το δρόμο του. Κάποιοι αθλητές είναι σπουδαίοι αλλά κενοί, κάποιοι είναι ψυχροί επαγγελματίες και κάποιοι άλλοι είναι αυτοί που θες να δείχνεις στα παιδιά σου και να αποτελούν έμπνευση. Ο Νικολαΐδης ήταν η τρίτη περίπτωση και δεν είναι τυχαίο πως ένας πρωταθλητής τάε κβο ντο, ένα άθλημα χωρίς τεράστια προβολή στην Ελλάδα, ήταν τόσο γνωστός αλλά και αγαπητός.
Όσο είχαμε τη χαρά να παρακολουθήσουμε τον τελικό του το 2004 στους Ολυμπιακούς Αγώνες αναγνωρίσαμε αμέσως το μεγαλείο του ανδρός. Όλοι πίστευαν σε αυτόν και όλοι περίμεναν πως θα καταφέρει κάτι σπουδαίο, κάτι που η μοίρα του είχε στερήσει τέσσερα χρόνια πριν. Ο ενθουσιασμός ήταν τεράστιος και αυτό πολλές φορές ξεπερνάει το όριο της παραγωγικότητας. Αυτό συνέβη και τότε στο Φάληρο όπου ο Νικολαΐδης δέχτηκε χτύπημα νοκ άουτ από τον Κορεάτη Ντάε Σουνγκ και έχασε το χρυσό μετάλλιο. Αυτό δεν άρεσε στο παθιασμένο ελληνικό κοινό, σε ένα κοινό που ήταν έτοιμο για μια έκρηξη πανηγυρισμών και δε μπορούσε να δεχτεί την ήττα. Δύο μπουκάλια εκτοξεύτηκαν από την εξέδρα προς τον Κορεάτη, γεγονός πρωτοφανές για αγώνα τάε κβο ντο, ενώ οι αποδοκιμασίες ήταν έντονες.
Κάτι τέτοιο δεν ήταν δυνατό να το δεχτεί ο Νικολαΐδης. Ήταν μακριά από τις αρχές του και το γνήσιο αθλητικό πνεύμα που είχε μέσα του. Αγκάλιασε τον αντίπαλό του, σήκωσε τα χέρια του ψηλά αναγνωρίζοντας τον ως άξιο νικητή και ξάφνου οι αποδοκιμασίες μετατράπηκαν σε ένα πολύ θερμό χειροκρότημα και για τους δύο.
Το ασημένιο μετάλλιο στο Πεκίνο μπορεί να του στέρησε ξανά την κορυφή αλλά του χάρισε την πλήρη αναγνώριση. Εξάλλου δεν ήταν τα μόνα μετάλλια που πανηγύρισε στην ένδοξη καριέρα του, απλώς ήταν τα λαμπρότερα. Αποτέλεσμα αυτού να γίνει ο σημαιοφόρος της ελληνικής αποστολής στο Λονδίνο το 2012. Μπορεί να μην τρίτωσε το… καλό στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2012 αλλά η ιστορία είχε γραφτεί και κανείς δεν μπορούσε να παραβλέψει το γεγονός ότι είναι ένας εκ των κορυφαίων Ελλήνων αθλητών είτε μιλάμε για τάε κβο ντο είτε για αθλητισμό γενικότερα.
Ελάχιστοι γνώριζαν για την ασθένειά του και αυτό γιατί ήθελε να ζήσει το υπόλοιπο της ζωής του με αξιοπρέπεια και με χαμόγελο. Ήθελε να συνεχίσει μέχρι το τέλος με τις δικές του αξίες και όχι με μια μαυρίλα που θα έκλεινε το ταξίδι του, αυτό το σύντομο ταξίδι, με άσχημο τρόπο. Έφτασε στον τελικό με το κεφάλι ψηλά, με χαμόγελο και ρουφώντας κάθε σταγόνα αισιοδοξίας για χάρη της οικογένειας του, των παιδιών του αλλά κυρίως για τον ίδιο του τον εαυτό και για όσα πρέσβευε.
Οι πανανθρώπινες αξίες ήταν αυτές που υπηρέτησε πάνω από όλα και αυτές που υπηρετεί ακόμα μέσω των πράξεων του και χάρη στη δημοπράτηση των μεταλλίων του, που ήταν και η τελευταία του επιθυμία. Κάποια παιδάκια θα έχουν μια καλύτερη μοίρα από αυτή την πράξη του αλλά πολλά περισσότερα, παιδιά και ενήλικες, θα τολμήσουν να ονειρευτούν λίγο περισσότερο και να πιστέψουν σε κάτι καλύτερο μέσα από το παράδειγμά του.
Μακάρι να ήταν ο τελευταίος που πληγώθηκε από τον καρκίνο nut, μακάρι τα θύματα αυτής της ασθένειας να αρχίσουν να φθίνουν με ταχείς ρυθμούς. Η παρακαταθήκη που μας άφησε είναι τεράστια και όχι γιατί με έκανε περήφανους για τα μετάλλια του αλλά γιατί μας έμαθε να παλεύουμε μέχρι το τέλος και με τους δικούς μας όρους ακόμα και όταν ξέρουμε ότι θα χάσουμε.